«Η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ δεν ήταν και δεν είναι ένα προοδευτικό σχέδιο» τόνισε ο Αλέξης Τσίπρας από το βήμα του 2ου συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ. Στέλνοντας μήνυμα προς τους εταίρους για το ζήτημα του χρέους, ο πρωθυπουργός επανέλαβε ότι «η συμφωνία οφείλει να τηρηθεί από όλους». Σε ό,τι αφορά την κυβέρνηση, υπενθύμισε με νόημα ότι «οι υπουργικοί θώκοι δεν έχουν εκχωρηθεί ούτε παραχωρηθεί σε κανέναν με κριτήρια μονιμότητας». Στην αρχή της ομιλίας του ο κ. Τσίπρας περιέγραψε πώς μέσα στα 3 χρόνια από το ιδρυτικό συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ «περάσαμε μέσα από συμπληγάδες, χτυπηθήκαμε σκληρά αλλά μείναμε όρθιοι, πιο έμπειροι, πιο ετοιμοπόλεμοι, πιο ισχυροί».
Στη σημείο αυτό αναφέρθηκε στο πρώτο κρίσιμο εξάμηνο της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, εξηγώντας τις επιλογές που έγιναν. Οι κοινωνικοί στόχοι του ΣΥΡΙΖΑ, όπως είπε χαρακτηριστικά, δεν θα μπορούσαν να υλοποιηθούν «σε συνθήκες πυρηνικής καταστροφής, που θα προκαλούσε η κατάρρευση των τραπεζών ως συνέχεια της ασφυξίας και της εξόδου από το ευρώ, αν αυτό επιλέγαμε το περασμένο Ιούλη».«Ο συνολικός κοινωνικός μετασχηματισμός. Ο σοσιαλισμός του 21ου αιώνα, που είναι το όραμα και ο στρατηγικός μας ορίζοντας δε μπορεί να έρθει πιο κοντά σε συνθήκες ολικής καταστροφής των λαϊκών στρωμάτων» είπε.
Μεταξύ των θεμάτων που έθεσε για να απαντηθούν από το συνέδριο είναι: «Αποτελεί εντέλει σήμερα αριστερή, ριζοσπαστική και προοδευτική πρόταση η έξοδος από την ευρωζώνη;» Απάντησε ωστόσο ο ίδιος στην ομιλία του, τονίζοντας πως «η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ δεν ήταν και δεν είναι ένα προοδευτικό σχέδιο.» «Η έξοδος, όμως, ιδιαίτερα μετά από πέντε χρόνια λεηλασίας του ενός τετάρτου του Εθνικού μας πλούτου με στόχο τη παραμονή στο ευρώ, θα σήμαινε επιπρόσθετη ισόποση λεηλασία και μάλιστα ακαριαία. Και ταυτόχρονα θα σήμαινε και την απώλεια των καταθέσεων των λαϊκών στρωμάτων στις τράπεζες». Αυτό, πρόσθεσε, δεν είναι αριστερό σχέδιο, «ήταν το Σχέδιο του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, του υπουργού οικονομικών της Γερμανίας.»
«Η χρηματοπιστωτική ασφυξία λειτούργησε ως ένας διαρκής εκβιασμός για να μας αναγκάσει να υποταχτούμε στις δεσμεύσεις των προηγούμενων κυβερνήσεων και στις επιταγές της πιο σκληρής και ανελέητης λιτότητας. »Βρήκαμε απέναντί μας τότε όχι μόνο τους θεσμούς και την άτεγκτη στάση της Γερμανίας αλλά και ολόκληρου του παλιού πολιτικού συστήματος στη χώρα μας. Τη Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ αλλά και το σύνολο σχεδόν των συστημικών μέσων ενημέρωσης. Τους φιλελεύθερους και τους διανοούμενους του ακραίου κέντρου» δήλωσε. Σε αυτές, τις συνθήκες ο λαός «έδωσε μια αποστομωτική απάντηση στο δημοψήφισμα του Ιουλίου.»
«Αλλά δε καταφέραμε να τερματίσουμε τη λιτότητα. Δε καταφέραμε να σπάσουμε τη συμπεφωνημένη γραμμή της Ευρώπης. Καταφέραμε όμως να τη διαρρήξουμε. Να εκκινήσουμε την αρχή της αλλαγής της, έστω και με δειλά και ανολοκλήρωτα βήματα» συμπλήρωσε. Σε αυτό το σημείο ο πρωθυπουργός έκανε ιδιαίτερη αναφορά στο ζήτημα του χρέους, τονίζοντας ότι «όπως εμείς τηρούμε τη συμφωνία αψηφώντας το κόστος, έτσι αναμένουμε και απαιτούμε να τηρηθεί και από τους εταίρους μας». «Η καθυστέρηση συγκεκριμενοποίησης των απαραίτητων μέτρων για την ελάφρυνση χρέους καθώς και της ένταξης και της Ελλάδας στη ποσοτική χαλάρωση, της χώρας που το έχει ανάγκη περισσότερο από κάθε άλλη, δεν έχει καμιά δικαιολογία» τόνισε.
«Η Συμφωνία οφείλει να τηρηθεί από όλους (…) Ο Ελληνικός λαός έχει υποφέρει. Δικαιούται ανταμοιβή και δικαίωση. Και θέλω να το καταστήσω σαφές: Η αόριστη προτροπή : “Κάντε εσείς τα μαθήματά σας και βλέπουμε..” δε μπορεί να γίνει αποδεκτή. Εμείς τη Συμφωνία τη τηρήσαμε στο ακέραιο και θα συνεχίσουμε να την τηρούμε. Και η δεύτερη αξιολόγηση θα κλείσει στην ώρα της και θα είναι λιγότερο δύσκολη από τη πρώτη. Αλλά ταυτόχρονα θα κλείσουν και τα μέτρα για την απομείωση του χρέους. Ταυτόχρονα, θα μπούμε στη ποσοτική χαλάρωση. Δεν υπάρχει θα δούμε. Ταυτόχρονα.» Το αίτημα αυτό, όπως είπε ο κ. Τσίπρας, το συμμερίζονται πολλοί στην Ευρώπη ακόμα και μέσα στη Γερμανία. «Στο φόντο της οικονομικής κρίσης, του προσφυγικού αλλά και της κρίσης ασφάλειας που μαστίζουν την ήπειρό μας, διεξάγεται μια πολυεπίπεδη και περίπλοκη πολιτική σύγκρουση σε όλα τα μέτωπα» είπε.
Στη συνέχεια ο Αλέξης Τσίπρας αναφορά στα πεπραγμένα της κυβέρνησή του και ειδικά στις «παρεμβάσεις κοινωνικού χαρακτήρα» για να εντοπίσει σε αυτό τη «διαχωριστική γραμμή μεταξύ μιας αριστερής πολιτικής ανακατανομής βαρών και μιας νεοφιλελεύθερης πολιτικής που θέλει την ανάπτυξη πάνω στα συντρίμμια της κοινωνίας και της εργασίας». «Εμείς από τη δική μας πλευρά υπερασπιζόμαστε και αγωνιζόμαστε για τη διαμόρφωση ενός παραγωγικού μοντέλου της ελληνικής οικονομίας που βρίσκεται στον αντίποδα αυτών των επιλογών (…) Διαμορφώνουμε έτσι ένα πρόγραμμα οικονομικής και κοινωνικής ανασυγκρότησης πενταετούς διάρκειας με ορόσημο το έτος σταθμό: το 2021. »Και μέχρι τότε φιλοδοξούμε να έχουμε επιτύχει σειρά συγκεκριμένων και μετρήσιμων στόχων αναδιανομής, ανάπτυξης και κοινωνικής προστασίας ώστε στο τέλος της πενταετίας να έχουμε καταφέρει τη μείωση της ανεργίας στη χώρας μας τουλάχιστον κατά 10%» δήλωσε.
Η άλλη πλευρά αυτής της προσπάθειας είναι, όπως είπε, «η εμβάθυνση της απαξιωμένης δημοκρατίας, η επιβολή της νομιμότητας σε όλους ανεξαιρέτως, καθώς και η καταπολέμηση των φαινομένων διαφθοράς και κακοδιοίκησης». Στο σημείο αυτό αναφέρθηκε στο ζήτημα των τηλεοπτικών αδειών. «Θέσαμε τις βάσεις για τη νομιμότητα και τη ρύθμιση του τηλεοπτικού τοπίου. Αποδείξαμε ότι εμείς δε λογαριάζουμε από ονόματα και δε μας φοβίζουν οι εκβιασμοί. Και το κυριότερο εξασφαλίσαμε 258 εκατομμύρια για το δημόσιοι ταμείο» δήλωσε. «Νομίζουν ότι θα μας αποσταθεροποιήσουν. Νομίζουν ότι θα κάνουμε πίσω. Νομίζουν ότι θα υποχωρήσουμε. Ε, λοιπόν, ας το ακούσουν και από εδώ από το Συνέδριό μας: Όχι μόνο λοιπόν δεν θα υποχωρήσουμε αλλά θα εντείνουμε ακόμα περισσότερο τον αγώνα μας» πρόσθεσε ο Αλέξης Τσίπρας.
Ως προς τα θέματα που αφορούν στη λειτουργία του κόμματος, ο κ. Τσίπρας παραδέχτηκε ότι «στο όνομα του πλουραλισμού και της δημοκρατίας που δίνει καταστατικά δικαίωμα σε λειτουργία τάσεων, εμείς πήγαμε στο ακριβώς αντίθετο άκρο. Η δημοκρατία να περιορίζεται εντός τάσεων και δυστυχώς πολλές φορές μηχανισμών (…) Φτάσαμε στο σημείο, οι Συνεδριάσεις των οργάνων μας να θυμίζουν τις συνεδριάσεις συνδικαλιστικών οργάνων». Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ τόνισε επίσης ότι δεν έχει υλοποιηθεί ακόμη η απόφασή του 1ου Συνεδρίου για ΣΥΡΙΖΑ-κόμμα των μελών, καθώς και το «άνοιγμα και η αντιστοίχηση του κομματικού με τον κοινωνικό ΣΥΡΙΖΑ», όπως έδειξαν οι επιλογές στις δημοτικές εκλογές που «αποδείχτηκαν επιλογές καταστροφικής αυτοπεριχαράκωσης». «Ειδικότερα τη περίοδο πριν την ανάληψη της διακυβέρνησης όπου έπρεπε να ρίξουμε όλο το βάρος, κυριάρχησαν απόψεις φοβικές, απόψεις περιχαράκωσης. Η αλήθεια είναι ότι και από τη πλευρά της ηγεσίας γίνανε ορισμένες λάθος επιλογές που τροφοδότησαν αυτό το κλίμα φοβίας στην ένταξη νέων μελών.
»Ωστόσο πολλές από τις επιλογές μας ιδίως στις δημοτικές εκλογές αποδείχτηκαν επιλογές καταστροφικής αυτοπεριχαράκωσης. Και οφείλουμε από τώρα να δουλέψουμε με σχέδιο συγκροτημένο για τις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές του 2019 και φυσικά για το δυνάμωμα των οργανώσεων μας σε τοπικό επίπεδο» τόνισε. Έθεσε επίσης το θέμα της θεσμικής λειτουργία του κόμματος στη «δύσκολη σχέση ανάμεσα σε κόμμα και κυβέρνηση». «Στη σχέση κόμματος-κυβέρνησης αλλά και στο ίδιο το μοντέλο της διακυβέρνησης έχουν εντοπιστεί προβλήματα και δυσλειτουργίες που οφείλουμε να διορθώσουμε.Δε μπορεί να χαράζεται στρατηγική για τη κυβερνητική πολιτική κάπου έξω από το κόμμα, χωρίς το κόμμα.Όπως και δε μπορεί να χαράζεται στρατηγική σε ορισμένα υπουργεία αγνοώντας τις επεξεργασίες των αντίστοιχων τμημάτων και των ΕΠΕΚΕ. Αν θέλουμε όμως να δώσουμε έμφαση στο κόμμα, πρέπει να είμαστε ειλικρινείς, οφείλουμε πέρα από όλα να το νοηματοδοτήσουμε με τη φυσική παρουσία της φυσικής πολιτικής ηγεσίας και των στελεχών στα όργανα του κόμματος» δήλωσε.
Ο Αλέξης Τσίπρας πρότεινε (α) ένα ενιαίο πολιτικό κέντρο, μια Κεντρική Επιτροπή που θα εκλεγεί στη βάση των πραγματικών αναγκών του κόμματος και μιας πολιτικής Γραμματείας που θα είναι το μοναδικό πολιτικό κέντρο, (β) να εκλεγεί και επιτροπή Δεοντολογίας που θα έχει την εξουσιοδότηση να είναι όπου χρειάζεται πολύ αυστηρή απέναντι σε μεμονωμένες περιπτώσεις. «Θα πρέπει όλοι να κατανοήσουν ότι είναι πιο σημαντικό για ένα μέλος του Κόμματος να είναι εκλεγμένο μέλος της ΠΓ, δηλαδή της ηγεσίας, παρά να είναι υπουργός. Άλλωστε οι υπουργικοί θώκοι δεν έχουν εκχωρηθεί ούτε παραχωρηθεί σε κανέναν με κριτήρια μονιμότητας» υπογράμμισε ο πρωθυπουργός.