ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Τo 72,6% των Θεσσαλονικέων έχει εμβολιαστεί με τρεις δόσεις κατά του κοροναϊού

Μετά το 2023 περιμένουν οι πολίτες επιστροφή στην κανονικότητα μετά την πανδημία σε ποσοστό σχεδόν 40%, ενώ ένα 18,9% περιμένει αυτό να συμβεί κάποια στιγμή μέσα στην επόμενη χρονιά. Όμως ένας στους πέντε, (19,8%) έχει χάσει την ελπίδα του και απαντά ότι αυτό δεν θα γίνει ποτέ. Τα στοιχεία αυτά περιλαμβάνονται σε έρευνα που διενήργησε για λογαριασμό του Ιατρικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης (ΙΣΘ), η εταιρεία to the point στο διάστημα μεταξύ 11-15 Ιουλίου σε δείγμα 1.072 ανδρών και γυναικών άνω των 17 ετών, μονίμων κατοίκων της Περιφερειακής Ενότητας Θεσσαλονίκης.

Σύμφωνα με την έρευνα, τo 72,6% των Θεσσαλονικέων έχει εμβολιαστεί με τρεις δόσεις κατά του κοροναϊού, ενώ άλλο ένα 10,3% έχει κάνει και την τέταρτη δόση. Μάλιστα άλλο ένα 62,4% του πληθυσμού είναι έτοιμο να κάνει και νέο εμβόλιο, εφόσον περιλαμβάνει τις νέες μεταλλάξεις του ιού και το συστήσουν οι επιστήμονες υγείας. Μόνο ένα 22,2% δεν είναι διατεθειμένο να εμβολιαστεί με το καινούριο εμβόλιο, όπως εξάλλου και άλλο ένα ποσοστό της τάξης 12,7% που παραμένει εντελώς ανεμβολίαστο. Παρουσιάζοντας τα στοιχεία της έρευνας ο πρόεδρος του ΙΣΘ Νίκος Νίτσας στάθηκε στην απαισιόδοξη οπτική των πολιτών σχετικά με την επιστροφή μας σε έναν τρόπο ζωής ανεπηρέαστο από τον κοροναϊό αφού «Σχεδόν 1 στους 5 απαντά ότι αυτό δε θα συμβεί ποτέ πια».

Πρόσθεσε όμως, ότι η πανδημία έχει εγκατασταθεί για τα καλά στη συλλογική συνείδηση των πολιτών με αποτέλεσμα το 86,7% να έχει εμβολιαστεί, ενώ στο 12,7% που δεν έχει εμβολιαστεί, την πρωτοκαθεδρία έχουν οι ηλικίες 17- 24 ετών με 22,2%. Όσον αφορά την υποχρεωτικότητα εμβολιασμού των υγειονομικών, το 59% περίπου δηλώνει ότι πρέπει να παραμείνει ως κανονιστική ρύθμιση, ενώ το 32% είναι αντίθετο.

Σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΙΣΘ, «στα βασικά ευρήματα της έρευνας, είναι η ικανοποίηση των πολιτών από τις υπηρεσίες Υγείας (δημόσιες και ιδιωτικές) στη Θεσσαλονίκη η οποία έχει αυξηθεί σημαντικά. Η δυσαρέσκεια έχει υποχωρήσει θεαματικά, μετά το 2020 σε σχέση με όλες τις προηγούμενες μετρήσεις, με αποτέλεσμα φέτος να εμφανίζεται θετικό ισοζύγιο ικανοποίησης/δυσαρέσκειας 3,5 μονάδων. Αυτό ίσως οφείλεται στην… πανδημία και στο κλίμα που έχει διαμορφωθεί στην κοινωνία για το ρόλο των επιστημόνων και όλων των εργαζομένων στο χώρο της Υγείας, στις κρίσιμες περιστάσεις μιας τεράστιας υγειονομικής κρίσης».

Βελτίωση δεικτών από το 2019
Ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας που διενήργησε τη δημοσκόπηση Δημήτρης Κατσαντώνης σημείωσε ότι «ιδιαίτερα στις ηλικίες άνω των 45 ετών όπου κατά τεκμήριο χρησιμοποιούνται περισσότερο οι υπηρεσίες υγείας, το θετικό ισοζύγιο δεν πέφτει κάτω από τις 11,8 μονάδες. Δυστυχώς, όταν το ερώτημα εξειδικεύεται στο δημόσιο τομέα της υγείας τα πράγματα αντιστρέφονται, και το ισοζύγιο μετατρέπεται σε αρνητικό, κατά 10 μονάδες περίπου (μόνο στους άνω των 65 ετών, το ισοζύγιο είναι πάλι θετικό κατά 12 μονάδες). Κι εδώ όμως, θα πρέπει να σημειωθεί η εντυπωσιακή βελτίωση των δεικτών σε σχέση με το 2019 και τα προηγούμενα χρόνια, αφού η δυσαρέσκεια μειώνεται κατά 26,5 μονάδες και η ικανοποίηση αυξάνεται κατά 10 μονάδες περίπου». Ειδικά στο θέμα της ανταπόκρισης των υπηρεσιών υγείας στην πανδημία και παρά τη σχετική πτώση σε σχέση με πέρυσι, η θετική γνώμη των πολιτών υπερτερεί της αρνητικής κατά 27 μονάδες, επεσήμανε ο κ. Νίτσας.

Ίδιες ή χειρότερες υπηρεσίες
Αναλυτικά, το 36,3% είναι ικανοποιημένο από τις υπηρεσίες υγείας της χώρας και το 29,2% δυσαρεστημένο, με πάνω από το 50% των ατόμων 65 ετών και άνω να δηλώνει ικανοποίηση από τις παρεχόμενες υπηρεσίες υγείας. Ειδικά για τον δημόσιο τομέα υγείας, το 39,8% είναι δυσαρεστημένο και το 27,5% ικανοποιημένο. Η δυσαρέσκεια επικρατεί στις ηλικίες 17-24 ετών κατά 66,7% και στις ηλικίες 25-33 ετών κατά 55%. Η ποιότητα των παρεχομένων υπηρεσιών την τελευταία διετία παραμένει ένα μεγάλο ερωτηματικό για τους πολίτες, καθώς το 36,4% απαντά ότι ούτε έχει βελτιωθεί ούτε έχει χειροτερέψει, ενώ για 35,8% των πολιτών έχει χειροτερεύσει και έχει βελτιωθεί για το 23,7% των πολιτών. Όσο για την περίοδο της πανδημίας, το 42,7% πιστεύει ότι οι υπηρεσίες υγείας ανταποκρίθηκαν μέτρια, το 41,1% πολύ καλά ως καλά και το 14,3% πολύ άσχημα ως άσχημα.

Μονάδες υγείας
Σε ότι αφορά συνολικά το σύστημα υγείας, το 62,3% των πολιτών επισκέπτεται κατά προτεραιότητα κάποιο ιδιωτικό ιατρείο για την περίθαλψή του, το 31,8% το νοσοκομείο, το 25,6% τον γιατρό του ΕΟΠΥΥ, το 11,7% ιδιωτικά πολυιατρεία και κλινικές και το 7,1% τα κέντρα υγείας και τα ιατρεία ΠΕΔΥ. Η επίσκεψη στον γιατρό σε ιδιωτικό ιατρείο γίνεται σε ποσοστό 33,4% μόνο όταν υπάρχει κάποιο σοβαρό πρόβλημα υγείας, ενώ το 26,4% επισκέπτεται το γιατρό του σε σταθερή βάση για check up, το 16,6% για συγκεκριμένες εξετάσεις, το 11% για οποιαδήποτε ενόχληση ή πρόβλημα υγείας, το 9,2% για την παρακολούθηση κάποιου χρόνιου προβλήματος υγείας. Η επίσκεψη στον ίδιο γιατρό, γίνεται από το 88,7% των ερωτηθέντων. Πρωτιά στην επιλογή γιατρού έχουν οι φίλοι και οι γνωστοί που μέσω των συστάσεών τους επιλέγει γιατρό το 61% των πολιτών. Η σύσταση από άλλους γιατρούς επηρεάζει το 16% των ασθενών, το ίντερνετ το 14,2% των πολιτών, ο τηλεφωνικός κατάλογος το 4,1% των ασθενών και τα social media το 1,9%. Σχεδόν οι μισοί πολίτες (47,6%) αναγνωρίζουν ότι το κόστος των ιατρικών υπηρεσιών την τελευταία διετία έχει αυξηθεί, ενώ το 34,6% ότι έχει μείνει το ίδιο.

Συνεργασία ΕΣΥ – ιδιωτικού τομέα
Οι Θεσσαλονικείς θεωρούν ότι η συνεργασία του ΕΣΥ με ιδιωτικούς φορείς υγείας θα βελτιώσει τις υπηρεσίες υγείας σε ποσοστό 43,4%, ενώ ένα 20,3% θεωρεί ότι θα τις επιδεινώσει. Πιο θετικοί στη συνεργασία αυτοί είναι οι νέοι 17-24 ετών σε ποσοστό 65,4%, ενώ ένας στους τρεις ηλικίας μεταξύ 35-54 θεωρεί πιθανότερη την επιδείνωση.

Προσωπικός γιατρός
Πάνω από ένας στους τρεις Θεσσαλονικείς έχει ήδη εγγραφεί σε προσωπικό γιατρό, ενώ από αυτούς που δεν έχουν εγγραφεί, το 56% περίπου, σκοπεύει να εγγραφεί και το 30% περίπου, δήλωσε ότι δεν θα εγγραφεί, μη γνωρίζοντας πως αυτό σημαίνει αυξημένη συμμετοχή σε δαπάνες περίθαλψης. Μαθαίνοντας το αυξημένο κόστος, από αυτούς που δεν έχουν εγγραφεί ακόμη, το 68,2% δήλωσε ότι θα εγγραφεί και ένα 18,9% ότι δεν θα εγγραφεί.

Ιδιωτική ασφάλιση
Το 81% των πολιτών δεν έχει ιδιωτική ασφάλιση, έναντι 17,5% που έχει ιδιωτική ασφάλιση. Για όσους έχουν ιδιωτική ασφάλιση, το 67,9% έχει ξεκινήσει τουλάχιστον εδώ και δύο χρόνια, το 12,5% πριν ένα χρόνο και το 16,1% πριν έξι μήνες. Πάνω από το 70% αυτών, θεωρούν ότι έχουν βοηθηθεί αρκετά ή πολύ και περίπου 22% καθόλου ή το ίδιο (από 10,9% στην κάθε περίπτωση). Η κρίση των πολιτών για τη δράση του Ιατρικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης και του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου είναι πολύ θετική: Το 71,5% έχει θετική γνώμη και μόλις το 13,6% αρνητική.

Αφήστε μια απάντηση